δύσει

δύσει
δύσις
setting of the sun
fem nom/voc/acc dual (attic epic)
δύσεϊ , δύσις
setting of the sun
fem dat sg (epic)
δύσις
setting of the sun
fem dat sg (attic ionic)
δύ̱σει , δύω 1
aor subj act 3rd sg (epic)
δύ̱σει , δύω 1
fut ind act 3rd sg
δύ̱σει , δύω 2
cause to sink
fut ind mid 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κοντοβασίλεμα — το [κοντοβασιλεύω] η ώρα που πλησιάζει να δύσει ο ήλιος, η ώρα τού ηλιοβασιλέματος …   Dictionary of Greek

  • ορεότραγος — Γένος αρτιοδάκτυλων θηλαστικών της οικογένειας των αντιλοπιδών. Πρόκειται για μικρόσωμες αντιλόπες της Αφρικής, που έχουν ύψος περίπου 60 εκ. και μικρά κέρατα. Στο γένος αυτό ανήκει και το είδος που οι ονομάζεται στην Αφρική ντικ ντικ. Οι ο.… …   Dictionary of Greek

  • συγκαταδύνω — και συγκαταδύω Α [καταδύ(ν)ω] 1. βυθίζομαι ή δύω μαζί με άλλον 2. (αμτβ.) κάνω κάποιον να δύσει, οδηγώ κάποιον σε δύση 3. μέσ. συγκαταδυομαι βουλιάζω, πνίγομαι …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Σύγχρονη) — Η ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ 19ου & ΤΟΥ 20ού αι. Εξετάζοντας την ελληνική εικαστική δημιουργία σήμερα, μπορούμε να καταλήξουμε στις εξής παραδοχές: α) παρουσιάζει έργα με μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • κοντοβασίλεμα — το, ατος η ώρα που πλησιάζει να δύσει ο ήλιος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”